
Παρά τις συνεχείς διαβεβαιώσεις της ελληνικής κυβέρνησης για δυναμική οικονομική ανάπτυξη και σταθερή πρόοδο, η πρόσφατη έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το ευρωπαϊκό εξάμηνο αποκαλύπτει μια ζοφερή πραγματικότητα που έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την αισιόδοξη εικόνα που προβάλλεται.
Η Ελλάδα βρίσκεται αντιμέτωπη με σοβαρές και πολύπλευρες προκλήσεις, οι οποίες θέτουν σε κίνδυνο την οικονομική, κοινωνική και περιβαλλοντική της σταθερότητα.
Η Κομισιόν κρούει τον κώδωνα του κινδύνου, επισημαίνοντας ότι η κυβέρνηση δεν έχει αντιμετωπίσει επαρκώς κρίσιμα ζητήματα όπως το επενδυτικό κενό, το επίμονο έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, τα εμπόδια για τις επιχειρήσεις και τις καθυστερήσεις στη δικαιοσύνη.
Ακόμη πιο ανησυχητική είναι η αποτυχία της Ελλάδας στην έκθεση κοινωνικής σύγκλισης, με την Κομισιόν να υπογραμμίζει την έλλειψη ουσιαστικών μέτρων για την ενίσχυση της απασχόλησης, των δεξιοτήτων και της κοινωνικής προστασίας. Η ΕΕ καλεί την Ελλάδα να επιταχύνει την υλοποίηση του Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, συμπεριλαμβανομένου του προγράμματος REPowerEU για την πράσινη μετάβαση, καθώς ο χρόνος για την εκπλήρωση των δεσμεύσεων λιγοστεύει.
Η αιφνιδιαστική στροφή του Κιέβου! Ο Ζελένσκι περνά στην αντεπίθεση, αψηφώντας Μόσχα και Ουάσιγκτον
Οι «11+1» Κίνδυνοι που Σκιάζουν το Μέλλον της Ελλάδας
Η έκθεση της Κομισιόν καταγράφει με δραματική σαφήνεια 12 κρίσιμα σημεία που απαιτούν άμεση και αποφασιστική δράση, αποκαλύπτοντας τις βαθιές ρωγμές στην ελληνική οικονομία και κοινωνία:
Επενδυτικό Κενό: Παρά τις κυβερνητικές εξαγγελίες για ανάκαμψη, η Ελλάδα παραμένει ουραγός της ΕΕ στις επενδύσεις, με τον δείκτη επενδύσεων προς το ΑΕΠ στο απογοητευτικό 15,3% το 2024, σχεδόν 6 μονάδες κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ. Οι χαμηλές ιδιωτικές επενδύσεις και η περιορισμένη απορροφητικότητα του δημόσιου τομέα για το Ταμείο Ανάκαμψης συνιστούν μια απειλή για τις δεσμεύσεις της χώρας μέχρι το 2026.
Εμπόδια για τις Επιχειρήσεις: Οι ελληνικές επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν ασφυκτικά εμπόδια, με πάνω από το 90% να αναφέρουν προβλήματα όπως υψηλό ενεργειακό κόστος, γραφειοκρατικές ρυθμίσεις και αβεβαιότητα. Η έλλειψη εξειδικευμένου προσωπικού και η περιορισμένη πρόσβαση σε χρηματοδότηση, ιδίως για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, επιδεινώνουν την κατάσταση, καθιστώντας την Ελλάδα μία από τις λιγότερο ελκυστικές χώρες για ιδιωτικές επενδύσεις στην ΕΕ.
Επίμονο Έλλειμμα στο Ισοζύγιο Τρεχουσών Συναλλαγών: Το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών διευρύνθηκε στο 6,4% του ΑΕΠ το 2024, αντανακλώντας τη χαμηλή εξαγωγική βάση και την υψηλή εξάρτηση από τις εισαγωγές. Η Κομισιόν προειδοποιεί ότι το έλλειμμα θα παραμείνει υψηλό και το 2026, δυσχεραίνοντας τη μείωση του εξωτερικού χρέους και απειλώντας τη μακροπρόθεσμη οικονομική σταθερότητα.
Χαμηλή Παραγωγικότητα: Παρά την ανάπτυξη από το 2021, η παραγωγικότητα της εργασίας στην Ελλάδα παραμένει η χαμηλότερη στην ΕΕ, στο 56,2% του ευρωπαϊκού μέσου όρου το 2023. Η κυριαρχία μικρών επιχειρήσεων και η έλλειψη επενδύσεων σε έρευνα και ανάπτυξη, σε συνδυασμό με την υπερβολική εξάρτηση από τομείς χαμηλής παραγωγικότητας όπως ο τουρισμός, υπονομεύουν τις προοπτικές της χώρας.
Προκλήσεις στην Αγορά Εργασίας: Παρά την αύξηση της απασχόλησης κατά 2% το 2024, η ανεργία παραμένει στο 9,5%, πολύ υψηλότερη από τον μέσο όρο της ΕΕ (5,7%). Οι γυναίκες και οι νέοι πλήττονται δυσανάλογα, ενώ η έλλειψη δεξιοτήτων, η ανεπαρκής φροντίδα παιδιών και ηλικιωμένων και η περιορισμένη εργασιακή κινητικότητα αποτελούν διαρθρωτικά εμπόδια.
Χαμηλοί Μισθοί: Οι πραγματικές αποδοχές των εργαζομένων αυξήθηκαν μόλις κατά 1,5% το 2024, ενώ η Ελλάδα έχει ένα από τα υψηλότερα ποσοστά χαμηλόμισθων εργαζομένων στην ΕΕ (21,7% το 2022). Οι δύσκολες συνθήκες εργασίας, με υψηλά ποσοστά εργασίας τα Σαββατοκύριακα και τις απογευματινές ώρες, εντείνουν την κοινωνική αδικία.
Καθυστερήσεις στη Δικαιοσύνη: Το ελληνικό δικαστικό σύστημα παραμένει αναποτελεσματικό, με τις αστικές και εμπορικές υποθέσεις να εκδικάζονται σε 771 ημέρες το 2023, έναν από τους μεγαλύτερους χρόνους στην ΕΕ. Οι καθυστερήσεις στα διοικητικά δικαστήρια και η περιορισμένη ψηφιοποίηση συνεχίζουν να υπονομεύουν την εμπιστοσύνη στο σύστημα.
Χάσμα στην Καινοτομία: Παρά τη βελτίωση, η Ελλάδα παραμένει «μέτρια καινοτόμος» χώρα, με τις δαπάνες για έρευνα και ανάπτυξη στο 1,49% του ΑΕΠ το 2023, πολύ κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ (2,24%). Οι επιδόσεις της στην καινοτομία φτάνουν μόλις το 77,5% του ευρωπαϊκού μέσου όρου.
Κενό στον ΦΠΑ: Αν και οι ηλεκτρονικές πληρωμές μείωσαν το χάσμα ΦΠΑ από 25,4% το 2018 σε 13,7% το 2022, αυτό παραμένει υψηλότερο από τον μέσο όρο της ΕΕ (6%), υποδεικνύοντας ότι η φοροδιαφυγή εξακολουθεί να αποτελεί σοβαρό πρόβλημα.
Υψηλές Τιμές Ρεύματος: Οι υψηλές τιμές ηλεκτρικής ενέργειας, πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ, πλήττουν την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων και το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών. Η εξάρτηση από το φυσικό αέριο και οι υψηλοί φόροι στην ενέργεια επιδεινώνουν το πρόβλημα, εμποδίζοντας την πράσινη μετάβαση.
Κλιματική Κρίση και Λειψυδρία: Η Ελλάδα είναι ιδιαίτερα ευάλωτη σε κλιματικούς κινδύνους, με ετήσιες πυρκαγιές να καταστρέφουν το 0,4% της έκτασής της και τη λειψυδρία να απειλεί τον τουρισμό και τη βιομηχανία. Η ανεπαρκής χρηματοδότηση για την αντιμετώπιση φυσικών καταστροφών εντείνει τους κινδύνους.
Κίνδυνος Φτώχειας: Παρά την υποτιθέμενη οικονομική βελτίωση, το 2024 τα δύο τρίτα του πληθυσμού δυσκολεύονται να τα βγάλουν πέρα, με τον κίνδυνο φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού να παραμένει υψηλός, ιδίως για ευάλωτες ομάδες όπως οι υπήκοοι τρίτων χωρών, οι Ρομά και τα άτομα με αναπηρία. Οι περιφερειακές ανισότητες επιδεινώνουν το πρόβλημα, με περιοχές όπως η Πελοπόννησος και η Δυτική Ελλάδα να αντιμετωπίζουν υψηλότερους κινδύνους φτώχειας από τον μέσο όρο της ΕΕ.
Η έκθεση της Κομισιόν καταδεικνύει ότι η Ελλάδα βρίσκεται σε κρίσιμο σταυροδρόμι. Ενώ η κυβέρνηση προβάλλει την εικόνα της ανάπτυξης, η πραγματικότητα είναι γεμάτη προκλήσεις που απαιτούν άμεση δράση. Ο κίνδυνος φτώχειας, η χαμηλή παραγωγικότητα, οι καθυστερήσεις στη δικαιοσύνη και η κλιματική κρίση συνθέτουν ένα δυσοίωνο τοπίο, που απειλεί να ανατρέψει κάθε αισιόδοξη πρόβλεψη, εάν δεν ληφθούν δραστικά μέτρα.