
Το Συμβούλιο της Επικρατείας επικύρωσε πρόστιμο 270.000 ευρώ και ποινή φυλάκισης 5 μηνών που είχε επιβληθεί σε Θεσσαλό συνταξιούχο ο οποίος θανάτωσε με τσάπα 8 νεογέννητα κουτάβια και κακοποίησε ένα ακόμα που είχε γεννήσει η σκύλα του γείτονά του, κρίνοντας ότι δεν παραβιάζονται οι συνταγματικοί κανόνες, η ΕΣΔΑ κ.λπ. και μπορεί να υπάρχει ταυτόχρονα χρηματικό πρόστιμο και ποινική καταδίκη.
Οι σύμβουλοι Επικρατείας, επισημαίνουν ότι για λόγους δημοσίου συμφέροντος οι οποίοι ανάγονται στην προστασία των ζώων, η επιβολή χρηματικού προστίμου και η παράλληλη ποινική καταδίκη, δεν παραβιάζει την συνταγματική αρχή της αναλογικότητας, την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και τη νομική αρχή «ne bis in idem», δηλαδή ότι κανείς δεν μπορεί να διωχθεί, να δικαστεί ή να τιμωρηθεί δύο φορές για το ίδιο αδίκημα.
Στο τέλος Αυγούστου του 2013 κάτοικος της Λάρισας είδε τον γείτονά του στο διπλανό κτήμα να κτυπάει με τσάπα τα 9 κουτάβια που μόλις είχε γεννήσει η σκυλίτσα του. Τα κουτάβια στην συνέχεια τα τοποθέτησε σε πλαστική σακούλα, την έδεσε και την πέταξε σε κοντινό ξεροπόταμο, αφού προηγούμενα έβαλε πάνω στην σακούλα πέτρες.
Το γεγονός καταγγέλθηκε από τον άνθρωπο ο οποίος είχε την σκυλίτσα και μετά από έρευνα έκπληκτοι οι αστυνομικοί διαπίστωσαν ότι τα 8 κουτάβια είχαν θανατωθεί και το ένατο ήταν κακοποιημένο, αλλά τελικά διασώθηκε.
Την ίδια μέρα η Δημοτική Αστυνομία επέβαλε στον δράστη πρόστιμο 270.000 ευρώ, δηλαδή 30.000 ευρώ για κάθε κουτάβι, ενώ συνελήφθη και οδηγήθηκε στο Αυτόφωρο.
Κατά την ακροαματική διαδικασία παραδέχθηκε ότι σκότωσε, κτυπώντας, τα κουτάβια και τα πέταξε στον ξεροπόταμο. Από το Αυτόφωρο καταδικάστηκε σε φυλάκιση 18 μηνών και χρηματική ποινή 5.000 ευρώ. Όμως, από το Εφετείο της Λάρισας μειώθηκε η ποινή σε φυλάκιση 5 μηνών με τριετή αναστολή, ενώ ακυρώθηκε η χρηματική ποινή.
Στο μεταξύ, ο 54χρονος τότε (2013) δράστης υπέβαλε αντιρρήσεις στον Δήμο για το πρόστιμο των 270.000 ευρώ που του επιβλήθηκε, οι οποίες όμως απορρίφθηκαν με το αιτιολογικό ότι το ύψος του προστίμου καθορίζεται από το νόμο 4039/2012 και ο Δήμος είναι δέσμιος να το επιβάλλει.
Στην συνέχεια προσέφυγε στο Διοικητικό Πρωτοδικείο Λάρισας. Εκεί έχασε την δικαστική μάχη και άσκησε αναίρεση στο Διοικητικό Εφετείο, επικαλούμενος ότι εφόσον αμετάκλητα καταδικάστηκε ποινικά, η επιπλέον επιβολή προστίμου αντίκειται στην αρχή «ne bis in idem».
Ακόμη, υποστήριξε ότι οι ποινικοί δικαστές έκριναν ότι επρόκειτο για «ένα αδίκημα που τελέσθηκε κατ’ εξακολούθηση και όχι για 9 αυτοτελώς τελεσθέντα αδικήματα, και, συνεπώς, το επιβληθέν πρόστιμο θα έπρεπε να περιοριστεί στο ποσό των 30.000 ευρώ».
Παράλληλα, υποστήριξε ότι το πρόστιμο αντίκειται στην συνταγματική αρχή της αναλογικότητας, γιατί «δεν είναι ανάλογο με τη βαρύτητα της παράβασης, τη σημαντικότητα του έννομου αγαθού και την κοινωνική και ηθική απαξία και δεν βρίσκεται σε αντιστοιχία με την προκαλούμενη στον παραβάτη βλαπτική κατάσταση, εν όψει και της παράλληλης ποινικής καταδίκης του, αλλά και του εισοδήματός του» (σ.σ.: συνταξιούχος). Και για τους λόγους αυτούς έπρεπε τα πρόστιμα να μειωθούν στο εύλογο ποσό των 1.000 ευρώ για κάθε παράβαση.
Το Εφετείο απέρριψε ως αβάσιμους όλους τους ισχυρισμούς του δράστη, επισημαίνοντας ότι το πρόστιμο των 270.000 ευρώ, «εν όψει της φύσης της παράβασης και της βαρύτητας της προβλεπόμενης διοικητικής κύρωσης, δεν έχει μόνο αποζημιωτικό και αποτρεπτικό χαρακτήρα, αλλά έχει και τιμωρητικό σκοπό, λόγω της πρόκλησης πόνου και αγωνίας σε ένα ον που συναισθάνεται, και, συνεπώς, και αυτό (σ.σ.: πρόστιμο) έχει «ποινικό» χαρακτήρα».
Μάλιστα, οι διοικητικοί εφέτες υπογραμμίζουν ότι η ποινή φυλάκισης 5 μηνών με 3ετη αναστολή που του επιβλήθηκε χωρίς την επιβολή χρηματικής ποινής, παρότι ο νόμος προβλέπει σωρευτικά και τις δύο ποινές, είναι «εμφανώς ιδιαζόντως ελαφριά ώστε, αυτοτελώς ορώμενη, να μην μπορεί να θεωρηθεί ως ικανή να καταστείλει κατά τρόπο αποτρεπτικό, αποτελεσματικό και σύμφωνο με την αρχή της αναλογικότητας τις επίμαχες, αρκετά σοβαρές, διοικητικές παραβάσεις της κακοποίησης ζώων σε 9 περιπτώσεις που του αποδόθηκαν». Κατόπιν αυτών συνεχίζουν οι εφέτες -και συμφώνησαν οι σύμβουλοι Επικρατείας- «η ποινική απόφαση δεν παράγει, δέσμευση προς ακύρωση της πράξης επιβολής διοικητικού προστίμου από το Διοικητικό Δικαστήριο».
Στο πλαίσιο αυτό το Εφετείο αποφάνθηκε ότι η νομοθετική πρόβλεψη για επιβολή προστίμου 30.000 ευρώ για κακοποίηση κάθε ζώου δεν αντίκειται στην συνταγματική αρχή της αναλογικότητας, ούτε στην ΕΣΔΑ, γιατί «δεν θεσπίζει μέτρο προδήλως ακατάλληλο και απρόσφορο, ούτε υπερακοντίζει τον καίριο σκοπό δημοσίου συμφέροντος στον οποίον αποβλέπει, της προστασίας των ζώων, του κολασμού του παραβάτη και της αποτροπής παρομοίων παραβάσεων».
Ακόμη, ελήφθη υπόψη από τους δικαστές, «η ιδιάζουσα βαρύτητα των παραβάσεων και των ιδιαίτερων συνθηκών τέλεσής τους (κακοποίηση ζώων με σύνθλιψη με σκαπτικό εργαλείο και στη συνέχεια πρόκληση ασφυξίας με τοποθέτηση μέσα σε νάιλον σακούλα)» και έτσι ορθώς του επιβλήθηκαν τα 9 πρόστιμα, «το ύψος των οποίων, κρίνεται εύλογο και προσήκον και δεν παραβιάζει την συνταγματική αρχή της αναλογικότητας, δεδομένου και του ότι η οικονομική του κατάσταση δεν αποτελεί κριτήριο καθορισμού του ύψους του προστίμου».
Η υπόθεση οδηγήθηκε στο ΣτΕ από τον συνταξιούχο και το Δ' Τμήμα (πρόεδρος ο Ευθύμιος Αντωνόπουλος και εισηγήτρια η Δήμητρα Μαυροπόδη) απέρριψε όλους τους λόγους που πρόβαλλε, κρίνοντας ότι το Εφετείο «ήχθη σε ορθή κρίση» και επικύρωσε την απόφαση του Διοικητικού Εφετείου.